Το Κάστρο της Αστυπάλαιας – Ένα μοναδικό φρούριο στο Αιγαίο

Το Κάστρο της Αστυπάλαιας – Ένα μοναδικό φρούριο στο Αιγαίο

Το Κάστρο της Αστυπάλαιας, γνωστό και ως Κάστρο της Αστροπλιάς ή Κάστρο των Κουερίνι, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και πιο χαρακτηριστικά μεσαιωνικά κάστρα του Νοτίου Αιγαίου. Κατασκευασμένο με παραδοσιακή σκούρα τοπική πέτρα και περιβαλλόμενο από κατάλευκα κυκλαδίτικα σπιτάκια, παρουσιάζει μοναδικά αρχιτεκτονικά και οχυρωματικά στοιχεία που το διαφοροποιούν αισθητά από τα υπόλοιπα κάστρα της περιοχής.

Ιστορική Διαδρομή

Η ιστορία του Κάστρου είναι στενά συνδεδεμένη με τη βενετσιάνικη οικογένεια των Querini, οι οποίοι το έχτισαν πάνω στην αρχαία ακρόπολη του νησιού. Το 1207, ο Μάρκος Σανούδος, Δούκας της Νάξου και ηγεμόνας των Κυκλάδων, παραχώρησε την Αστυπάλαια ως φέουδο στον Κόμη Giovanni Querini. Παρά τις αναταραχές της εποχής και την προσωρινή κατάληψη του νησιού από τον ιππότη Λικάριο για λογαριασμό των Βυζαντινών το 1269, οι Κουερίνι επέστρεψαν στην κυριαρχία του τόπου το 1310.

Η μεγάλη στροφή στην ιστορία του νησιού ήρθε το 1413, όταν ο Giovanni IV Querini, τότε διοικητής Τήνου και Μυκόνου, αποφάσισε να επανακατοικήσει και να οχυρώσει το έρημο νησί της Αστυπάλαιας. Μετέφερε πληθυσμό από τα υπό την εποπτεία του νησιά, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις από τη Βενετία, η οποία όμως τελικά επέτρεψε την εγκατάσταση. Τότε άρχισε η ανέγερση του Κάστρου με τη βοήθεια της οικογένειας Γριμάνι, με το επίσημο εγκαινίασμα του νέου φρουρίου να πραγματοποιείται το 1453.

Το Κάστρο άντεξε για δύο περίπου αιώνες κάτω από την κυριαρχία των Κουερίνι και των Βενετών, ώσπου το 1537, μετά από την επιδρομή του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, η Αστυπάλαια πέρασε στα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έκτοτε, μέχρι τον 19ο αιώνα, οι κάτοικοι ζούσαν υπό τη διαρκή απειλή πειρατικών επιδρομών, αλλά και σε πολλές περιπτώσεις σε συνεργασία με τους πειρατές, προκειμένου να διασφαλίσουν σχετική ασφάλεια και οικονομική επιβίωση.

Με την ίδρυση του ελληνικού κράτους και τις προσπάθειες του Ιωάννη Καποδίστρια να καταπολεμήσει την πειρατεία, οι συνθήκες ζωής βελτιώθηκαν. Οι κάτοικοι άρχισαν να επεκτείνονται έξω από το Κάστρο και σταδιακά εγκατέλειψαν τον περίβολο, ιδιαίτερα μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1956 (7,5 Ρίχτερ), που ισοπέδωσε μεγάλο μέρος του οικισμού.

Το Κάστρο της Αστυπάλαιας – Ένα μοναδικό φρούριο στο Αιγαίο

Αρχιτεκτονική και Οχυρωματικά Χαρακτηριστικά

Το Κάστρο δεσπόζει στην κορυφή του λόφου πάνω από το λιμάνι της Αστυπάλαιας, ανάμεσα στους δύο υπήνεμους κόλπους του νησιού. Χτισμένο σε ένα φυσικό πλάτωμα 4 στρεμμάτων και διαστάσεων περίπου 120×45 μέτρων, ακολουθεί την εδαφική μορφολογία του βραχώδους εξάρματος όπου πιθανότατα υπήρχε και η αρχαία ακρόπολη.

Η μοναδική είσοδος του κάστρου βρίσκεται στη νοτιοδυτική του πλευρά και οδηγεί στο εσωτερικό μέσω ενός χαμηλού διαβατικού καλυμμένου με σταυροθόλια. Εκεί βρισκόταν και ο χώρος εμπορικών συναλλαγών, με το παλιό καφενείο να βρίσκεται στο πρώτο κτίριο στα αριστερά.

Ο οχυρωματικός περίβολος του Κάστρου ταυτίζεται ουσιαστικά με τα εξωτερικά τοιχώματα των κατοικιών που το περιβάλλουν, δημιουργώντας ένα είδος «ξώκαστρου». Η κατασκευή αυτή προσέφερε απόλυτη προστασία από πειρατικές επιδρομές, καθώς οι τοίχοι ήταν συνεχείς και αδιαπέραστοι, με ελάχιστα ανοίγματα και πολεμίστρες. Στο εσωτερικό, τα σπίτια ήταν τριώροφα, με κάθε όροφο να στεγάζει ξεχωριστή οικογένεια, και η συνολική πυκνότητα κατοίκησης ήταν εντυπωσιακή – έως και 4.000 άτομα.

Το Σεράι, ένας τετράγωνος πύργος με περίμετρο 18 μέτρων, βρισκόταν στο νοτιοανατολικό άκρο του Κάστρου και θεωρείται πως αποτελούσε το τελευταίο καταφύγιο των κατοίκων ή την κατοικία του άρχοντα. Εκεί κοντά χτίστηκε το 1853 ο ναός της Παναγίας της Πορταϊτισσας, αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στη θέση του αρχοντικού των Κουερίνι. Ο αρχαιότερος ναός μέσα στο κάστρο είναι ο Άγιος Γεώργιος, που χρονολογείται από το 1790 και μπροστά του βρισκόταν η κεντρική πλατεία (μπλάτσα) του οικισμού, χώρος γιορτών και κοινωνικής ζωής.

Το Κάστρο της Αστυπάλαιας – Ένα μοναδικό φρούριο στο Αιγαίο

Καθημερινή Ζωή και Κοινωνική Οργάνωση

Το εσωτερικό του Κάστρου διέθετε μικρές συνοικίες, όπως αυτή της Παναγιάς του Κάστρου και του Αϊ-Γιώργη (Γλυκαυλή). Εκτός από κατοικίες, υπήρχαν σιδηρουργεία, ξυλουργεία και εργαστήρια κεραμικής, καλύπτοντας τις ανάγκες των κατοίκων. Η ύδρευση γινόταν από στέρνες, ενώ τα σπίτια κοντά στο Σεράι είχαν ιδιαίτερα προηγμένα αποχετευτικά συστήματα.

Ο οικισμός διατηρήθηκε ζωντανός για περίπου 500 χρόνια, και μέχρι τον 19ο αιώνα αποτελούσε τον μοναδικό κατοικημένο πυρήνα της Αστυπάλαιας. Όλα τα σπίτια εκτός των τειχών αναφέρονταν ως «σταύλοι». Μόνο όταν η πειρατεία περιορίστηκε και οι κάτοικοι ένιωσαν μεγαλύτερη ασφάλεια, άρχισε σταδιακά η ανάπτυξη της Χώρας έξω από τα τείχη.

Σημερινή κατάσταση

Ο σεισμός του 1956 σηματοδότησε την οριστική εγκατάλειψη του κάστρου. Τα περισσότερα σπίτια κατέρρευσαν, συμπαρασύροντας το ένα το άλλο. Όσα επέζησαν εγκαταλείφθηκαν και απογυμνώθηκαν από ξύλινα στοιχεία. Σήμερα, το Κάστρο αποτελεί σημαντικό ιστορικό και αρχαιολογικό μνημείο, ένα ζωντανό αποτύπωμα της μεσαιωνικής ζωής στο Αιγαίο και ένα από τα πιο γραφικά και εμβληματικά σημεία της Αστυπάλαιας.

 

Πηγές: kastra.eu, astypalaia.wordpress.com, ehw.gr
Εικόνες: Γεώργιος Πολιτσάκης (18, 19)