Η Αστυπάλαια με τα μάτια ενός ντόπιου
Ο Αντώνη Σελέκος, με καταγωγή από την Αστυπάλαια, γράφει για το νησί, την Αστροπαλία του στη Lifo.
«Το κάστρο της Αστυπαλιάς, έχει κλειδί κλειδώνει»
Γεια σου θεία μου! ο Αντώνης είμαι, ο εγγονός του «Χοντρέμπορα», βρε της Νίνας ο γιος! (Κάθε φορά το λέω σαν να ήταν η πρώτη, άλλα το χαίρομαι τόσο πολύ !). Μεγαλωμένος στα Εξάρχεια αλλά με καταγωγή από την Αστυπάλαια. Στο επάγγελμα ζαχαροπλάστης ή αλλιώς pastry chef, που είναι και της μόδας πια. Μην μας πουν και παλιομοδίτες, αγαπητέ!
Κάθε χρόνο λοιπόν, μες στο βαπόρι για την Αστροπαλιά, με θυμάμαι να σιγοτραγουδάω τον τίτλο αυτού που ίσως διαβάζεις τώρα. Στίχους από ένα παραδοσιακό τραγούδι του νησιού, που με έχει συνοδεύσει πολλάκις, στα καλοκαιρινά πανηγύρια, σαν να ήταν η πιο όμορφη κοπέλα. Έλα κι εσύ μαζί, να δεις εκείνες τις νύχτες που θα σου περιγράψω…
Μέσα στο κάστρο του νησιού. Με το ολόγιομο φεγγάρι να μας φωτίζει και τα ποτήρια μας να χάνονται μέσα στο πλήθος, τα βήματα μας να ναι μέσα στο χορό και τα βλέμματα μας αντικριστά . Και που ξέρεις, ίσως να γνωριστούμε ξανά.
Κάθε στιγμή γίνεται ανάμνηση που το κάστρο με το κλειδί, κλειδώνει.
Η ώρα όμως πήγε 16:40 και το καράβι κοντεύει να μπει στον Άγιο Αντρέα, στο λιμάνι. Πρέπει να βιαστώ. Νερό για την Jolie, τσάντα στην πλάτη κι έτοιμος για την άφιξη!
Άντε να ανοίξει αυτή η πόρτα, να μυρίσω λίγο απ’ την αλμύρα σου, να πάρω λίγο από την αύρα σου! Να δω ξανά τους φίλους μου, να φάω λίγους καρπούς από τη γη σου! Μελαγχολία τέλος. Τώρα ξεκινάμε!
-Γιάννη, έφτασα!
-Έλα, γρήγορα, αν αργήσεις, έφυγα! Δώσε μου την Jolie και πάμε να βρούμε τα παιδιά, στο καφενείο του Μουγγού είναι!
Κάθε φορά σχεδόν, ο ίδιος διάλογος.
Αποβίβαση λοιπόν κι η διαδρομή είναι ίδια, χρόνια τώρα. Η ομορφότερη διαδρομή του χρόνου… Εκεί που οδηγείς κι αδειάζει το μυαλό σου. Χαμένος σε ένα απέραντο γαλάζιο, σ’ έναν καμβά της φύσης.
Με συγχωρείς, παρασύρθηκα πάλι. Ο καθένας τελικά, ίσως, βλέπει τον τόπο του σαν λύτρωση. Όπως κι εκείνη απ’ ότι θυμάμαι. Συνεχίζουμε και ξαφνικά, μπροβάλει μπροστά σου, η Χώρα.
Πίστεψε με, καμία περιγραφή δεν αντιστοιχεί σε αυτό που θα δεις εκείνη την στιγμή. Ένα ενετικό κάστρο στην κορφή του λόφου και στην ποδιά του ένα σωρό λευκά σπιτάκια λες και μπερδεύτηκες και βγήκες στις Κυκλάδες. Θα δεις και τους φρεσκαρισμένους μύλους -ίσως- έτοιμους να σε υποδεχτούν. Και λέω ίσως, γιατί μπορεί να μην είναι έτοιμοι. Στην Ελλάδα, η πολιτεία έχει ένα κόμπλεξ με το όμορφο και κάπου-κάπου, μας κάνει μούτρα!
Ξεκίνα την μέρα σου, σαν να ήταν η πρώτη μέρα του καλοκαιριού!
Κάτσε! Θα σε βοηθήσω λίγο να το οργανώσεις, όσο μπορώ απ’ εδώ, δεν μου πάει καρδιά να σ’ αφήσω να χαθείς.
Αν ήμουν εσύ λοιπόν, θα ξεκινούσα την μέρα μου πίνοντας έναν ελληνικό καφέ, στο ‘’καφενείο του μουγγού’’. Ζεστός, στο ποτηράκι του κρασιού, όπως ακριβώς τον ήθελε ο ‘’Χοντρέμπορας’’. Να αρχίσω να παίρνω μέσα μου την αύρα του νησιού. Να νιώσω κι εγώ σαν τον παππού που κάθεται απέναντι μου και σκέφτεται, πως θα γίνει να μου πάρει μια κουβέντα, να «πληρωθεί » και φέτος. Μιας και εκεί, πολλές φορές αυτή είναι η πληρωμή των ντόπιων, της άγονης γραμμής. Να περιμένουν πως και πως να πάνε τα ξενάκια τους, να κάνουν καλοκαίρι όλοι μαζί. Να ανοίξουν τις γειτονιές τους να μας καλωσορίσουν.
Θα συνέχιζα μετά, να κάνω μια στάση στον φούρνο. Να πάρω μια λαμπρόπιτα (παραδοσιακή τυρόπιτα)για τον δρόμο με πραγματικό τυρί, όχι σαν της τσιμεντούπολης. Μεταξύ μας, πάρε και κάτι ακόμα, γιατί έχουμε δρόμο σήμερα!
Πάμε λοιπόν, να δεις μερικές από τις παραλίες του νησιού!
Ξεκίνα με τις Βάτσες, που είναι ότι πρέπει. Το τηλέφωνο δεν έχει σήμα εκεί , άρα ξεκινάμε καλά τις διακοπές μας. Όχι δεδομένα, όχι μηνύματα , όχι ινσταγκραμ! Κάποιος φίλος λέει, πως για να βρει κανείς τον εαυτό του, πρέπει να μείνει λίγο μόνος (Mc Yinka). Δοκίμασε το, έχει κι αυτό το ενδιαφέρον του.
Πετσέτα κάτω απ’ τα αρμυρίκια και κρύα μπύρα. Κατά προτίμηση ελληνική, μήπως και την γλυτώσουμε πάλι.
Τζιτζίκια για μουσική και ξάπλες.
Μετά πάμε στα Καμινάκια για ακόμα μια βουτιά και μετά πατημένος για κατσικάκι, στη ταβέρνα, με το ξυλόφουρνο του Κωσταντιού, πάνω στην παραλία. Ντόπιο κρέας, φρέσκιες ντομάτες και μια τηγανιά πατάτες. Ένα γκουρμε μεσημεριανό δηλαδή, για σένα που ζήλευες ότι έβλεπες στο MasterChef… χωρίς παστινάκι όμως!
Επιστροφή λοιπόν, πάνω στην ώρα που ήλιος παίζει με τα χρώματα. Χαλάρωσε κι απόλαυσε το, ανάμεσα στους μύλους, στην πλατεία της Χώρας. Έχει και πιο ωραία μέρη αλλά πως να σου τα δείξω απ’ δω. Στείλε μου και θα στα αποκαλύψω όλα!
Ένα καλό κρασί και λίγο χάζι.
Φόρα τα λινά σου και πάμε να χαζέψουμε! Σου προτείνω να πάρεις και μια ζακέτα μαζί σου, μιας κι άλλο νησί έχει το όνομα κι άλλο έχει την χάρη. Το νησί των ανέμων θα μπορούσε να είναι κι η Αστυπαλιά. Πάλι καλά δεν μας έχουν πάρει χαμπάρι, να φέρουν τίποτα ανεμογεννήτριες κι εδώ!
Περπάτημα στα σοκάκια της Χώρας, αργά το βράδυ-είπαμε άλλοι έχουν τ’ όνομα κι άλλοι την χάρη- ψάχνοντας να βρεις το Kastro Bar. Όλα γυρίζουν γύρω απ΄ αυτό το κάστρο, τελικά. Όταν φτάσεις λοιπόν, να ανέβεις στα πάνω τραπεζάκια να απολαύσεις την θέα προς τον δεύτερο οικισμό του νησιού, την Μαλτεζάνα. Κι αν είσαι μερακλής ή μερακλίνα, να κάτσεις ώσπου να ξημερώσει, εκεί να δεις ομορφιά που έχει η θάλασσα . Κάποια μέρη φημίζονται για το ηλιοβασίλεμα και κάποια για την ανατολή.
Καλή ανατολή λοιπόν.
***
Κάπου εδώ, θα σε αφήσω να εξερευνήσεις μόνος σου την πεταλούδα του Αιγαίου. Μέχρι κι εγώ να τελειώσω το βιβλίο μου, μιας κι έχω πολλά ακόμα να σου πω. Πρέπει κι εγώ κάπως να σε βάλω να μαγειρέψεις κάτι από τα μέρη μας, να μην μας ξεχάσεις! Εκπέμποντας λοιπόν, από τα σύνορα, Κυκλάδες-Δωδεκάνησα, σου προτείνω , να αγαπήσεις αυτό το μέρος, όπως ακριβώς είναι.
Άσε την φύση να σου πει, εκείνη ξέρει.
Υ.Γ: Το κάστρο της Αστυπαλιάς, έχει κλειδί κλειδώνει, έχει κορίτσια έμμορφα μα δεν τα φανερώνει.
Photo credits
Antonis Nikolakis Photography